- νιάου-νιάου
- 1. η φωνή τής γάτας, το νιαούρισμα2. φρ. «τί κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια» — λέγεται για κάτι ολοφάνερο.[ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ., από τη φωνή τής γάτας].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νιαουρίζω — 1. (για γάτα) κάνω νιάου νιάου 2. (για πρόσ.) μιλώ με φωνή μονότονη και ενοχλητική ή κλαίω με τρόπο που θυμίζει νιαούρισμα γάτας. [ΕΤΥΜΟΛ. Ονοματοποιημένη λ., από την κραυγή τής γάτας νιάου νιάου + κατάλ. ρίζω (πρβλ. μιαου ρίζω)] … Dictionary of Greek
κεραμίδι — Ονομασία τεσσάρων οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βάλτου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, προς την ανατολική ακτή του όρμου της Αμφιλοχίας, 92 χλμ. ΒΔ του Μεσολογγίου.… … Dictionary of Greek
νιάνιαρο — το πολύ μικρό παιδί. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. σχηματίστηκε πιθ. ηχομιμητικά είτε από τη φωνή τής γάτας νιάου νιάου, επειδή το κλάμα τού μικρού παιδιού ακούγεται σαν νιαούρισμα, είτε ίσως από τον τ. νιανιά] … Dictionary of Greek
νιαουρίζω — νιαούρισα 1. (για γάτα), φωνάζω νιάου νιάου: Οι γάτες νιαούριζαν όλη τη νύχτα. 2. (για άνθρωπο), μιλώ ή κλαίω μονότονα ή μιμούμαι τη φωνή της γάτας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Cross-linguistic onomatopoeias — Sinhala is written in a non Latin script. Sinhala text used in this article is transliterated into the Latin script according to the ISO 15919 standard. Because of the nature of onomatopoeia, there are many cross linguistic cognates of… … Wikipedia
Liste d'onomatopées dans différentes langues — Les onomatopées ont des formes différentes selon les langues. Cette liste d exemples en est un aperçu[1]. Sommaire 1 Éclatement d’un ballon 2 Oiseau … Wikipédia en Français
μιαουρίζω — και μιαουλίζω (Μ μιαουρίζω και μιαουλίζω και μιαγουρίζω) νιαουρίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Από την ηχομιμητική λ. μιάου + κατάλ. ρίζω (πρβλ. νιαου ρίζω)] … Dictionary of Greek
ναναρίζω — νανουρίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < νανά + κατάλ. ρίζω (πρβλ. κακα ρίζω, νιαου ρίζω)] … Dictionary of Greek
ταχταρίζω — Ν κουνώ πάνω κάτω βρέφος, το οποίο κρατώ στην αγκαλιά μου, για να τό καθησυχάσω ή να τό διασκεδάσω. [ΕΤΥΜΟΛ. < τάχτι + κατάλ. ρίζω (πρβλ. νιαου ρίζω)] … Dictionary of Greek
Ζαραμπούκα, Σοφία — (Αθήνα 1939 –). Λογοτέχνης και εικονογράφος. Έγραψε κυρίως παιδικές ιστορίες και παραμύθια, ενώ σημαντικό είναι και το έργο της στον χώρο της διασκευής μύθων της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και των κωμωδιών του Αριστοφάνη Βάτραχοι, Ειρήνη,… … Dictionary of Greek